Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Η χώρα μας για μια ακόμη φορά απούσα...


 Άτυπη Σύνοδο των Υπουργών Μεταφορών της ΕΕ πραγματοποιήθηκε σήμερα 16/9/2010 στην Αμβέρσα. Την άτυπη Σύνοδο απασχόλησε το θέμα της ανάπτυξης και της πλήρους αξιοποίησης των θαλάσσιων μεταφορών στη μεταφορά εμπορευμάτων στην ΕΕ. Μέσα από τη συζήτηση αναδείχθηκε η ανάγκη ανάπτυξης της τεχνολογίας και απλούστευσης των διαδικασιών, γεγονός που αναμένεται να λειτουργήσει καταλυτικά στην ανάπτυξη της χρήσης των θαλάσσιων μεταφορών.
 Συζητήθηκαν, επίσης, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των θαλάσσιων μεταφορών όπου ήταν διάχυτη η αντίληψη ότι οι θαλάσσιες μεταφορές και, συγκεκριμένα, η ναυτιλιακή βιομηχανία, λόγω του διεθνούς της χαρακτήρα, θα πρέπει να διέπεται από ρυθμίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στη μείωση των εκπομπών αέριων ρύπων. Υπογραμμίστηκε, επίσης, η ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών λιμένων με βελτίωση των λιμενικών υποδομών και της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών, με προσέλκυση νέων επενδύσεων καθώς και βελτίωση των διασυνδέσεων με συμπληρωματικότητα με τις οδικές αρτηρίες.

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010

Για το νέο Υπουργείο των Θαλασσίων Υποθέσεων κλπ. Μια ανάλυση-πρόταση

Παρασκευή, 10 Σεπτεμβρίου 2010

Για την δημοσίευση Χλωμούδης Κ.


Φρέσκια προοπτική ή ξαναζεσταμένη σούπα;

Τελικά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση με τον πρόσφατο ανασχηματισμό προχώρησαν στην ίδρυση Υπουργείου Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας με αρμοδιότητες, όπως τουλάχιστον φανερώνει ο τίτλος του (δεδομένου ότι δεν έχει εκδοθεί ακόμη σχετικό ΠΔ) που άπτονται των ευρύτερων δραστηριοτήτων, οικονομικών ή και άλλων, σχετικών με τη θάλασσα, τις νήσους και την αλιεία.
Όπως άλλωστε μπορεί να εικάσει κάποιος, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες δηλώσεις τόσο του κυβερνητικού εκπροσώπου όσο και των αρμόδιων υπουργών φαίνεται πως και οι δραστηριότητες της ποντοπόρου ναυτιλίας στο σύνολό τους θα συμπεριληφθούν στο χαρτοφυλάκιο του νέου υπουργείου.
Μία πρώτη εκτίμηση της διαφαινόμενης εξέλιξης αυτής, δεν μπορεί παρά να είναι θετική, με όσες επιφυλάξεις και αν τηρηθούν εν όψει της τελικής οργανωτικής και λειτουργικής του διαμόρφωσης.
Και αυτό γιατί όχι μόνον αποδέχεται και ικανοποιεί το αίτημα της ναυτιλιακής κοινότητας για έναν ενιαίο διοικητικό φορέα του συνόλου των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, αλλά κυρίως γιατί διορθώνει τις όποιες παραλήψεις και σφάλματα σε οργανωτικό και διαχειριστικό κυρίως επίπεδο του προηγούμενου εγχειρήματος, με παράλληλη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ναυτιλίας προσθέτοντας την αλιεία αλλά και κυρίως επεκτείνοντάς τα στο ευρύτερο πλαίσιο που αφορά στις εν γένει θαλάσσιες δραστηριότητες.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι σημειολογικά ακόμη και ο τίτλος του παραπέμπει στον τίτλο της αντίστοιχης Οργανικής Μονάδας «MARE - Maritime Affairs and Fisheries (Θαλάσσιες Υποθέσεις και Αλιεία)» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της οποίας ηγείται η ελληνίδα Επίτροπος Μαρία Δαμανάκη.
Τα συμπεράσματα και οι εμπειρίες των προηγούμενων ετών τόσο κατά τη λειτουργία του πρώην ΥΕΝ όσο και κατά την περίοδο κατάτμησης των αρμοδιοτήτων της ναυτιλίας πρέπει να αποτελέσουν χρήσιμο οδηγό για τη διαμόρφωση της δομής του νέου υπουργείου. Πριν προχωρήσει κανείς στην ανάλυση των προβλημάτων όλων των προηγουμένων σχημάτων πρέπει να αξιολογήσει τις κυριότερες παραμέτρους για τη λειτουργία οποιασδήποτε δημόσιας ή ιδιωτικής οργανικής μονάδας, μεταξύ των οποίων και ενός υπουργείου.
Δηλαδή, την Οργάνωση, τους διαθέσιμους Πόρους και Υποδομές, το Στελεχιακό Δυναμικό και βεβαίως τη Διοίκηση.
Το παλαιό ΥΕΝ, στηρίχθηκε κυρίως στο μηχανισμό του λιμενικού σώματος, ο οποίος παρά τα όποια εμφανή οργανωτικά και λειτουργικά του προβλήματα, έχει σχεδιαστεί με στρατιωτική δομή για να εξυπηρετεί εξ’ ορισμού ανάγκες επιχειρησιακής και αστυνομικής φύσεως όπως λ.χ. η θαλάσσια έρευνα και διάσωση και η φύλαξη λιμένων και θαλάσσιων συνόρων. Εντούτοις, μέχρι και σήμερα, αρκετές από τις Υπηρεσίες του λιμενικού σώματος είναι παράλληλα επιφορτισμένες με αρμοδιότητες που άπτονται διαμόρφωσης πολιτικών για τη ναυτιλία, την ασφάλεια ναυσιπλοΐας και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, την εκπαίδευση, τη ναυτεργασία, τις λιμενικές εγκαταστάσεις, τις θαλάσσιες μεταφορές, τη ναυτιλιακή οικονομία κλπ., μη συμβατές με το στρατιωτικό προσδιορισμό του λιμενικού σώματος, αποτελώντας το τελευταίο κατάλοιπο αναχρονιστικών πρακτικών δημόσιας διοίκησης περασμένων εποχών τύπου «ΜΟΜΑ» και «ΥΕΝΕΔ».
Το αποτέλεσμα των «δύο καρπουζιών σε μία μασχάλη» ήταν το αναμενόμενο, δηλαδή η μετριότητα και η απαξίωση (το επιχείρημα δε περί άμεσης συμβολής του λιμενικού σώματος στο ελληνικό ναυτιλιακό «θαύμα» ξεπερνά τα όρια του αστείου αποτελώντας μάλλον ύβρη έναντι του ελληνικού εφοπλιστικού δαιμονίου και ναυτιλιακής επιχειρηματικότητας που ουδέποτε άλλωστε στηρίχθηκαν στις πλάτες του ελληνικού κράτους, πόσο μάλλον της διοικητικής γραφειοκρατίας του).
Υπήρξε λοιπόν σημαντική υστέρηση της παραμέτρου «Οργάνωση», ενώ προβλήματα υπήρχαν και σε ότι αφορά στην παράμετρο «Πόροι και Υποδομές» κυρίως λόγω κακής διάθεσης και διαχείρισής τους από τις εκάστοτε ηγεσίες και μάλιστα σε εποχές προ «μνημονίου». Πέραν του νέου κτιρίου της Δραπετσώνας, οι ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή του πρώην υπουργείου αλλά και στα πλωτά και εναέρια μέσα του λιμενικού σώματος είναι εμφανείς ακόμη και σήμερα.
Σε ότι αφορά στην παράμετρο «Στελεχιακό Δυναμικό», μπορεί κανείς να πει ότι ήταν (και είναι) το δυνατότερο σημείο τόσο του παλαιού όσο και του σημερινού σχήματος. Πράγματι υπήρξαν και υπάρχουν αρκετά ικανότατα, καταρτισμένα και έμπειρα στελέχη, τόσο στο χώρο του λιμενικού σώματος όσο και σε αυτόν των πολιτικών υπαλλήλων, τα οποία όμως λειτουργούσαν και λειτουργούν σε ένα ιδιαίτερα απογοητευτικό και αντίξοο εργασιακό περιβάλλον, κυρίως λόγω των λανθασμένων επιλογών και παραλήψεων της εκάστοτε διοίκησης ή και κυβέρνησης αλλά ακόμη και της συμπεριφοράς ορισμένων ανεπαρκών, ανίκανων ή και διεφθαρμένων συναδέλφων τους. Κυρίως όμως ο παράγοντας «Διοίκηση» του παλαιού σχήματος απέτυχε στη διαμόρφωση και διάχυση Οράματος για το υπουργείο και τα στελέχη του και αρκέστηκε απλά στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων οικονομικών και συντεχνιακών συμφερόντων με ανταμοιβή καρέκλες και αξιώματα τόσο κατά τον υπηρεσιακό όσο και κατά τον εν αποστρατεία βίο.
Και είναι αυτοί οι αποτυχημένοι δεινόσαυροι που με περισσό θράσος, εκμεταλλευόμενοι την όποια επιρροή τους, προβοκάρουν κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού και ορθολογισμού της δημόσιας διοίκησης, αναπαράγοντας ξεπερασμένα συνθήματα επιστροφής στο αποτυχημένο χθες, εν ονόματι δήθεν της ναυτιλιακής κοινότητας.
Σε ότι αφορά τη σύντομη περίοδο όπου καταργήθηκε το πρώην ΥΕΝ και παρά το γεγονός ότι αρχικά τουλάχιστον υπήρξε Όραμα για κάτι νέο, παρατηρήθηκαν αρκετά λάθη, παραλήψεις και καθυστερήσεις κυρίως αναφορικά με την «Οργάνωση» και τη «Διοίκηση», ενώ εκ των πραγμάτων (ελέω «μνημονίου») δεν υπήρχαν αρκετά περιθώρια βελτίωσης του παράγοντα «Πόροι και Υποδομές».
Οι συνεχείς οργανωτικές και μάλλον χωρίς γνώση και σχεδιασμό αλλαγές μέσω αλλεπάλληλων ΠΔ με αποκορύφωμα την υπαγωγή των αρμοδιοτήτων της ποντοπόρου ναυτιλίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη σε συνδυασμό με την αποτυχία κατάρτισης νέου Οργανισμού στην καινούρια Γενική Γραμματεία Ναυτιλιακής Πολιτικής καθώς και Αρχηγείου Ακτοφυλακής μετά από παρέλευση 11 μηνών όχι μόνο επέτεινε τα λειτουργικά προβλήματα που προκάλεσε η κατάτμηση υπαρχόντων οργανικών μονάδων και του ίδιου του μηχανισμού του λιμενικού σώματος αλλά έδωσε και πρόσφορο έδαφος για περαιτέρω μεθοδευμένη υπονόμευση από γνωστά συντεχνιακά κέντρα.
Αν τα παραπάνω συνδυαστούν με αντικειμενικές δυσκολίες άσκησης αποτελεσματικής «Διοίκησης» και λανθασμένες επιλογές προσώπων δεν είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό γιατί το εγχείρημα απέτυχε.
Το προφανές συμπέρασμα των παραπάνω είναι ότι προκειμένου να επιτύχει το έργο της νέας κυβέρνησης στον τομέα της ναυτιλίας δεν πρέπει να επαναλάβει ή να αναπαράγει τα λάθη του παρελθόντος.
Η «Οργάνωση» του νέου Υπουργείου πρέπει να γίνει από μηδενική βάση και όχι ως επαναφορά αποτυχημένων μοντέλων ή προσθαφαίρεση κομματιών οργανικών μονάδων ή διοικητικών μηχανισμών. Το συντομότερο δυνατόν πρέπει να καταρτιστεί Οργανισμός για το νέο Υπουργείο στη βάση του εκσυγχρονισμού, της μείωσης των λειτουργικών δαπανών, της διαφάνειας, του ανοίγματος στην κοινωνία και της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας.
Ο παράγοντας «Στελεχιακό Δυναμικό» που αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτημα της υπάρχουσας κατάστασης πρέπει να διαχειριστεί ορθολογικά ξεπερνώντας παρωχημένες αγκυλώσεις και συντεχνιακές αντιλήψεις.
Οι πολιτικοί υπάλληλοι που υπηρετούν σε Υπηρεσίες του πρώην ΥΕΝ μαζί με τους περίπου ισάριθμους ένστολους που υπηρετούν στο λιμενικό σώμα και έχουν προσόντα και τεχνογνωσία περί της ναυτιλιακής διοίκησης και στελεχώνουν σήμερα τις αντίστοιχες Υπηρεσίες (περίπου 300 στελέχη του λιμενικού σώματος στο σύνολο των περίπου 7500) μπορούν αποτελεσματικά και με απόλυτη επάρκεια να στελεχώσουν και να «απογειώσουν» τις νέες Υπηρεσίες του Υπουργείου Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, αποτελώντας από κοινού ένα νέο διαμορφούμενο αμιγές διοικητικό σώμα βασισμένο στην ισονομία και αξιοκρατία αλλά και την ικανοποίηση από την εργασία, χωρίς άλλωστε να απειλείται η οργανική ακεραιότητα και συνοχή του λιμενικού σώματος, δεδομένου του απεγκλωβισμού του από μη επιχειρησιακές δραστηριότητες αλλά και του μικρού σχετικά αριθμού στελεχών του (περίπου 4% επί του συνόλου) που θα απαιτηθεί να ενσωματωθούν στο νέο Υπουργείο.
Το λιμενικό σώμα πρέπει να παραμείνει οργανικά ενιαίο, να εκσυγχρονιστεί άμεσα με τη δημιουργία Αρχηγείου και να επιφορτιστεί επιτέλους αποκλειστικά με τα ιδιαιτέρως σημαντικά επιχειρησιακά και αστυνομικά του καθήκοντα ως αναπόσπαστος πυλώνας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη μαζί με τα υπόλοιπα σώματα ασφαλείας, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης πολιτικής για τη διατήρηση του μέγιστου αγαθού της ασφάλειας της Πατρίδας μας και μάλιστα σε δύσκολες εποχές όπου φαινόμενα όπως η λαθρομετανάστευση, το λαθρεμπόριο και η επιβολή της ακεραιότητας των θαλασσίων συνόρων τείνουν να αναδειχθούν σε μέγιστες απειλές για την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη.
Κάτι βέβαια που είναι και η προσδοκία της συντριπτικής πλειοψηφίας των στελεχών του.
Tο ζητούμενο τελικά είναι, πέραν της αλλαγής ονόματος, αν το νέο υπουργείο θα είναι πραγματικά νέο με δομή και λειτουργία σύγχρονη, αποτελεσματική, διαφανή, ορθολογική, ξεπερνώντας συντεχνιακές αγκυλώσεις και κατεστημένες αναχρονιστικές αντιλήψεις αποπνέοντας φρέσκια ευρωπαϊκή πνοή ή θα επανέλθει στο παλαιό, περιορισμένων δυνατοτήτων, αναποτελεσματικό, μη αποδοτικό και μάλλον αποτυχημένο και ξεπερασμένο σχήμα, ως ξαναζεσταμένο πιάτο άνοστης σούπας.