Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

Ένα λιμάνι, δυο μελέτες, καμία διαδικασία



«…Ευθέως αντίθετη προς την μελέτη του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς που προκρίνει την μέθοδο της εκχώρησης του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων (ΣΕΜΠΟ) σε ναυτιλιακή εταιρία ή port operator είναι η παρουσιασθείσα χθες μελέτη που εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος που δέχεται ότι τα εμπορικά τμήματα των ΟΛΠ και ΟΛΘ μπορεί να αναπτυχθούν με ίδια μέσα…»
Αυτή περίπου είναι η δημοσιογραφική προσέγγιση στο σύνολο του ημερησίου και ειδικού τύπου αμέσως μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων (;) των δύο μελετών.
Για το σχολιασμό της ουσίας και των μεθοδολογικών προσεγγίσεων είναι προφανές πως θα ασχοληθούμε αναλυτικότερα, όταν ολοκληρωθεί η προσεκτική ανάγνωση του συνόλου των μελετών και όχι μόνο των συνοπτικών συμπερασμάτων τους.
Παρατηρήσεις όμως για την διαδικασία ανάθεσης και δημοσιοποίησης της μελέτης και το φυσιολογικό, ως εκ τούτου, αδιέξοδο που προκύπτει με τις δυο μελέτες που έχουμε υπόψη μας, είμαστε υποχρεωμένοι δημόσια πλέον να διατυπώσουμε τα ακόλουθα:
1.      Ο ΟΛΠ ανέθεσε τη μελέτη χωρίς διαγωνισμό. Δυστυχώς το ίδιο έκανε ;και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος
2.     Ο ΟΛΠ μέχρι σήμερα δεν έχει δημοσιοποιήσει τις προδιαγραφές, απαιτήσεις και όρους που έθεσε στους μελετητές, που χωρίς διαγωνισμό και δημοσιότητα επέλεξε. Δυστυχώς το ίδιο και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος.
3.     Ο ΟΛΠ μέχρι σήμερα (την εποχή της πληροφορικής) δεν έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα του, ούτε έχει δημοσιεύσει πουθενά αλλού, το σύνολο της μελέτης πάνω στην οποία στηρίζονται τα συμπεράσματα–αποτελέσματα που έχουν δημοσιοποιηθεί, ώστε να αποτελέσουν πράγματι αντικείμενο επιστημονικής, αντικειμενικής όσο είναι δυνατόν και τελικά καλόπιστης κριτικής. Κανένας δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τη δημοσιότητα, τη διαφάνεια και το δημόσιο διάλογο για την προοπτικές του σημαντικότερου λιμένα της χώρα. Δυστυχώς την ίδια πρακτική διαφαίνεται να ακλουθεί και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος.
4.     Ο ΟΛΠ δεν έχει ζητήσει να παρουσιασθούν οι δυο μελέτες με το ίδιο αντικείμενο σε ένα πραγματικά δημόσιο διάλογο, ώστε μέσα από την γόνιμη αντιπαράθεση και υποστήριξη των συμπερασμάτων τους, να προκύψουν ενδεχομένως ωφέλιμα συμπεράσματα. Δυστυχώς το ίδιο πράττει και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος.

Γνωρίζουμε ότι η ανάλυση της παρούσης καταστάσεως στην Ελληνική λιμενική βιομηχανία δεν μπορεί παρά να βασισθεί σε επεξεργασία ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων αλλά και σε έρευνα πεδίου λαμβάνοντας υπόψη τους χρήστες και τους εν δυνάμει χρήστες. Μόνο έτσι θα αποκτηθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα για την ανάλυση της σημερινής καταστάσεως και με βάση την σύγχρονη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, αξιοποιώντας βεβαίως και την πλούσια διεθνή εμπειρία Μόνο έτσι θα αναδειχθεί ένα πλαίσιο προτάσεων διαρθρωτικών μέτρων, που θα βασίζονται σε επεξεργασία σεναρίων λήψης απόφασης για το κάθε λιμάνι ξεχωριστά, τα οποία περιλαμβάνουν:
Ø μέτρα πολιτικής
Ø μέτρα για την ενίσχυση του ανταγωνισμού
Ø για τον έλεγχο και παρακολούθηση του συστήματος μεταφορών
Ø εναλλακτικά χρηματοοικονομικά εργαλεία-σχήματα
Ø μέτρα για την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων και εναλλακτικών επιλογών
Ø μέτρα οργάνωσης και λειτουργίας των εμπορευματικών και μεταφορών των διαφορετικών αγορών και
Ø προτάσεις για τον συντονισμό της διαδικασίας του λιμενικού σχεδιασμού

Αυτά είναι στοιχεία και κατευθύνσεις που θα έπρεπε οι αναθέτοντες τις μελέτες, να προσδιορίσουν στις προδιαγραφές με σαφήνεια και απαίτηση από τα παραδοτέα. Δεν είναι δημόσια γνωστό τι προδιαγραφές έθεσε ο ΟΛΠ, αν έθεσε, δυστυχώς το ίδιο και για το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδος.
Για τούτο το πρόβλημα των αδιεξόδων, δεν ευθύνονται οι μελετητές οι οποίοι επιτέλεσαν την εργασία τους με βάση τις απαιτήσεις αυτών που τους ανέθεσαν τις μελέτες.
Η θέση της οποιασδήποτε μελετητικής επιτροπής και γενικότερα κάθε επιστημονικής ομάδας που εμπλέκεται σε θέματα λιμενικής βιομηχανίας είναι να προσφέρει την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση και τα εναλλακτικά σενάρια προτάσεων- λύσεων για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Οι ερευνητές και επιστήμονες των επιτροπών κατά κανένα τρόπο δεν πρέπει να εμπλέκονται στον καθορισμό των προτεραιοτήτων και στη λήψη αποφάσεων πολιτικού χαρακτήρα. Αυτό είναι δουλειά φορέων και ιδιαιτέρως της πολιτικής, οι οποίοι, πλην των επιστημονικών προσεγγίσεων, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους πάρα πολύ σοβαρά τις κοινωνικές προτεραιότητες και ηγεμονεύουσες ηθικές αξίες.
Για την ανάλυση και κατ’ επέκταση επίλυση του προβλήματος της Λιμενικής Βιομηχανίας στην Ελλάδα πρέπει να εξετασθούν οι παράμετροι που σχετίζονται με την ασφαλή, ποσοτική και ποιοτική παροχή λιμενικών υπηρεσιών. Μια τέτοια μελέτη ιδιαίτερα όταν έχει ως σημείο αναφοράς έναν τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων, θα έπρεπε  καταρχήν να εξετάσει το πρόβλημα μέσω μια συστημικής ανάλυσης όλων των μέσων μεταφοράς, των συνδέσεων και των κόμβων της. Θα απαιτούσε δηλαδή να ερευνηθεί η “Προσφορά”, το δίκτυο διαδρομών και δρομολογίων και να υιοθετηθεί η βέλτιστη η οποία θα ικανοποιούσε τις όποιες προδιαγραφές εξυπηρέτησης θα είχαν τεθεί εκ των προτέρων. Μια τέτοια μελέτη θα απαιτούσε την ύπαρξη των σημερινών δεδομένων Logistics και μελλοντικών προβλέψεων για να μπορέσει να δημιουργηθεί το κατάλληλο πρότυπο πρόβλεψης για της εμπορευματικές μεταφορές.
Mια τέτοια μελέτη, η οποία θα είχε ένα καθαρά τέτοιο χαρακτήρα, ήταν έξω από της προδιαγραφές των απαιτήσεων των εν λόγω μελετών φανταζόμαστε. Για τούτο και τα αποτελέσματά τους δεν θα μπορούσαν να απαντήσουν στο ερώτημα για το ποιος οφείλει να θέσει της προαναφερόμενες προδιαγραφές για αποφάσεις και επιλογές, ποιες πρέπει να είναι αυτές, ποιος και με ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν αυτές να γίνουν πράξη και με ποιο επίπεδο κόστους και ωφέλειας των χρηστών και της κοινωνίας μας.
Οι απαντήσεις στις ερωτήσεις αυτές είναι περισσότερο πολιτικού χαρακτήρα και δεν απαντώνται στα εγχειρίδια των συγκοινωνιολόγων και των μελετητών.