Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Μια δύσκολη σχέση που έρχεται από πολύ παλιά στο σήμερα: Αγορές versus Ευρωπαϊκής Ένωσης.




Ο παράγων «αγορά» έχει μπει δυναμικά τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο λεξιλόγιο, μιας και αποτελεί βασική παράμετρο στην προσπάθεια ανάλυσης και αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που μαστίζει ιδιαιτέρως τη χώρα μας.
Εδώ και μερικές χιλιετίες βέβαια οι αγορές συμβιώνουν με τα κυρίαρχα κράτη. Δηλαδή έχουν τουλάχιστον την ίδια ηλικία. Απλώς είχαμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε τις αγορές ως έγκλειστες μέσα στα σύνορα των εθνικών κρατών όταν, αντίθετα, αυτές τείνουν σχεδόν από τη φύση τους να τα υπερβαίνουν και να έχουν διαστάσεις που μερικές φορές συμπίπτουν με ολόκληρο τον κόσμο.
Πολλές φορές επιχειρήθηκε και στο παρελθόν να τεθούν οι αγορές στην υπηρεσία της πολιτικής. Οι προσπάθειες αυτές εντάσσονται στην αντίληψη που ονομάσθηκε «κολμπερισμός», από τον Κολμπέρ, τον υπουργό του Λουδοβίκου ΙΔ', που την εφάρμοσε πιο ολοκληρωμένα.
Παρέκκλιση του «κολμπερισμού» αποτελεί το κλειστό εμπορικό κράτος. Θεωρητικά το υποστήριξε ο γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε, που περιορίζει τις αγορές αυστηρά στην εθνική διάσταση, σε έναν στατικό και αιώνιο προστατευτισμό.
Ο Πλάτωνας φαίνεται ως ανελέητος εχθρός των αγορών. Αντιπαρατέθηκε στο εμπορικό πνεύμα των αθηναίων συμπολιτών του και προσπάθησε να το περιορίσει και να το καταστήσει μειοψηφικό στην ιδεώδη πολιτεία του, που τη σκέφτηκε να λειτουργεί ως ένα είδος «αντι-Αθήνας». Θαύμαζε τη σπαρτιατική πολιτεία, όπου το κράτος ήταν το παν.
Ο Πλάτων για πρώτη φορά επιχείρησε να «ρυθμίσει» αυτό που σήμερα αποκαλούμε μικροδομή των αγορών. Με αυστηρούς κρατικούς λειτουργούς να επιτηρούν τους εμπόρους οι οποίοι διαπραγματεύονταν με τους πελάτες τους, αναγγέλλοντας την τιμή του εμπορεύματος και αφήνοντας τον αγοραστή να την αποδεχθεί ή να την απορρίψει, αλλά χωρίς να επαναπροτείνουν ούτε έκπτωση ούτε αύξηση στην τιμή...

Αντίθετη άποψη είχε ο Ξενοφώντας. Το κράτος θα παρακινεί τη θέληση των εμπόρων και πελατών (ιδιωτικού τομέα σήμερα), για συμμετοχή στις οικονομικές δραστηριότητες και έτσι θα μειώνονται οι κρατικές δαπάνες για την άμυνα (οικονομική ανάπτυξη σήμερα).

Στο Μεσαίωνα, έμποροι και αγορές συμβιώνουν δύσκολα με το φεουδαρχικά κράτη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πάντα οι παραγωγικές οικονομίες διεκδικούν αφενός ένα πεδίο δράσης χωρίς σύνορα για τις δικές τους εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων αφετέρου προσπαθούν να περιορίσουν τις εισαγωγές.

Η περίοδος της Βιομηχανικής Επανάστασης, δημιουργεί απαιτήσεις για παράγωγα του πετρελαίου και έτσι δίνει μια νέα διάσταση στις σχέσεις μεταξύ κρατών και αγορών. Το εθνικό κράτος αυτή την περίοδο όχι μόνον εξασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή των οικονομικών δραστηριοτήτων, διατηρώντας τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αλλά συχνά υποκινεί άμεσα την εκβιομηχάνιση και την λειτουργία της εθνικής αγοράς.
Και αυτό, άλλωστε, αποτελεί μέρος της πολιτικής της ισχύος. Οι σχέσεις ανάμεσα σε κράτη και αγορές γίνονται συμπληρωματικές και περισσότερο από πριν τίθεται το δίλημμα για την ιεραρχία μεταξύ αυτών των θεσμών. Ορισμένοι διανοούμενοι σκέφτονται ότι μπορούν να απαλλαγούν ή από τον ένα ή από τον άλλον: απόλυτος οικονομικός φιλελευθερισμός ή σχεδιασμένη οικονομία.

Μετά την εποχή του ψυχρού πολέμου στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η παραγωγή, εξαιτίας της πτώσης του κόστους των επικοινωνιών και των μεταφορών, μπορεί να τεμαχιστεί και να παγκοσμιοποιηθεί. Όλοι αντιλαμβάνονται την επίπτωση που έχουν όλα αυτά πάνω στην παραδοσιακή έννοια της κρατικής κυριαρχίας. Υποστηρίζεται ότι η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει το εμπορικό κράτος, έκφραση στην οποία το επίθετο κυριαρχεί πάνω στο ουσιαστικό.

Σε υποστήριξη αυτής της θέσης αναφέρονται μεταρρυθμίσεις που μετασχηματίζουν θεσμούς όπως τα δικαιώματα του πολίτη, το κράτος πρόνοιας, το φορολογικό σύστημα, προσαρμόζοντάς τους στη νέα πραγματικότητα της παγκόσμιας παραγωγής.

Η σημερινή εξέλιξη, με αφορμή την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και την ουσιαστική πολιτική κρίση για την Ε.Ε. ξαναανακάτεψε τα χαρτιά της τράπουλας, ανέτρεψε τις νέες βεβαιότητες και κατέδειξε πόσο προβληματικές είναι οι συνθήκες που συγκρότησαν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι νεοφιλελεύθεροι, που μέχρι χθες ήταν η μεγάλη πλειοψηφία, τώρα μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού.

Ήδη γκουρού των αγορών, μάνατζερ και επιχειρηματίες, που ήταν πιο ριζοσπάστες και από τους ίδιους τους οικονομολόγους στον παγκοσμιοποιητικό νεοφιλελευθερισμό τους, τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν από τις επικίνδυνες ατραπούς των διακυμάνσεων των αγορών και των νέων «χρηματοοικονομικών» προϊόντων τους.

Το κράτος, όμως, είναι σαν το φίλο μας ή τη μητέρα μας: «Μάνα είναι μόνο μία» και, όταν την τραυματίσουμε ή όταν την εξουθενώσουμε και επιζεί γερασμένη από τα πολλά πλήγματα που δέχθηκε από τα παιδιά της, δεν μπορούμε να καταφεύγουμε πλέον στην αγκαλιά της...