Πολυάριθμες, εκτενείς συζητήσεις, σε
αξιόλογα πάνελς, έλαβαν χώρα με επίκεντρο την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της πληροφόρησης
και της πληροφορικής (συνολικά των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών), στη φετινή
διοργάνωση της ναυτιλιακής έκθεση των Ποσειδωνίων, η αυλαία των οποίων έπεσε
την Παρασκευή 07/06.
Η Ελληνική Ναυτιλία, ένας κολοσσός παγκοσμίως, με ηγετική
θέση σε πλήθος ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, φαίνεται και εκφράστηκε και σε αυτή
την Έκθεση, να αντιμετωπίζει με φοβία και επιφυλάξεις την Τεχνητή Νοημοσύνη
(ΤΝ).
Αν και η ΤΝ φαίνεται να δημιουργεί εφικτές προσδοκίες,
ώστε να φέρει επανάσταση σε πλήθος πτυχών της ναυτιλιακής βιομηχανίας, από την
βελτιστοποίηση πλοήγησης και την πρόβλεψη καιρικών φαινομένων έως την
αυτοματοποίηση διεργασιών και την λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων,
η υιοθέτησή της από τους Έλληνες πλοιοκτήτες και το ευρύτερο ναυτιλιακό cluster στη χώρα, κινείται με αργούς ρυθμούς.
Πολλοί είναι οι παράγοντες που συντελούν και σε κάποιο
βαθμό δικαιολογούν, αυτή την επιφυλακτικότητα. Ένας βασικός φόβος εστιάζεται
στις αβεβαιότητες που εγείρει η ΤΝ. Η έλλειψη σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου, η
πιθανότητα κυβερνοεπιθέσεων είναι κάποια στοιχεία που τροφοδοτούν τον δισταγμό
στην δυναμική αξιοποίηση και χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών.
Επιπλέον, η έλλειψη τεχνογνωσίας αποτελεί ένα σημαντικό
εμπόδιο. Η ναυτιλιακή κουλτούρα, εστιασμένη στην εμπειρία και την παράδοση,
δυσκολεύεται να αγκαλιάσει άμεσα τις δυνατότητες της ΤΝ. Η έλλειψη
εξειδικευμένου προσωπικού και η ανάγκη για εκπαίδευση σε νέες δεξιότητες,
φέρνουν στο προσκήνιο την ανάγκη για ουσιαστική στήριξη από εκπαιδευτικά
ιδρύματα και ερευνητικούς φορείς. Σχέση όμως, που κυρίως λόγω μιας παράδοσης
στο ναυτιλιακό χώρο, δεν έχει αποκτήσει την λογική κοινή δράση και περπατησιά.
Άλλος σημαντικός παράγων φαίνεται να είναι η έλλειψη
χρηματοδότησης των μεσαίων ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων, για έρευνα και
ανάπτυξη στον τομέα της ΤΝ, για καινοτόμες και πιλοτικές ναυτιλιακές εφαρμογές.
1. Ανάγκη για Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο
Συζητώντας με αρκετές δραστήριες και δυναμικές
προσωπικότητες του ελληνικού ναυτιλιακού Cluster, μπορεί να αντιληφθεί κανείς πως για πρώτη φορά καταγράφεται
(σε πολλούς από τους παίκτες, που δεν αφορά μόνο στην πλοιοκτησία αλλά σε προμηθευτές
προς τη ναυτιλία τέτοιων υπηρεσιών), η σημασία και η αξία που μπορεί να έχει
μια στοχευμένη δράση χρηματοδότησης του σχετικού αντικειμένου, για εξέλιξη και
χρήση της ΤΝ στη ναυτιλιακή δραστηριότητα.
Η περιορισμένη χρηματοδότηση σχετικών δράσεων και από
πλευράς τόσο του ιδιωτικού τομέα όσο και του δημοσίου, περιορίζει τις
δυνατότητες για ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων και υιοθέτησης βέλτιστων πρακτικών.
Μπορούμε πλέον να μιλήσουμε και να εντοπίσουμε την ανάγκη
για τη διαμόρφωση ενός “Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου” για την
ενσωμάτωση της ΤΝ στη ναυτιλία και την ενίσχυση και ενθάρρυνση συνεργασιών
μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών, πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων, με σχετική
διευκόλυνση πρόσβασης σε χρηματοδοτικά προγράμματα.
Προφανώς και θα είναι η πρώτη φορά που στο δημόσιο λόγο που
έμμεσα επιχειρείται να αμφισβητηθεί η ηγεμονία της αντίληψης ότι, σε ότι αφορά
στη Ναυτιλία, “το κράτος πρέπει να παραμείνει μακριά”…
Όμως τώρα πλέον, για το σύνολο των stakeholders (δρώντων παραγόντων), ο όρος “Πολιτική για Ναυτιλιακές Δραστηριότητες”
δεν συνεχίζει να είναι ταμπού, όπως είχε επικρατήσει μέχρι πρόσφατα.
Το βλέπουμε ξεκάθαρα στο επίπεδο της Ευρώπης και όλοι αντιλαμβάνονται ότι
για την Ελλάδα θα έχει προστιθέμενη αξία, αν δείξει πως είναι αποφασισμένη να ωφεληθεί
από την ναυτιλιακή δραστηριότητα, υποστηρίζοντας πτυχές και δράσεις σχετικές με
τη ΤΝ που
έχουν βάση τη χώρα μας.
Ουσιαστικά αφορά μια σημαντική πρόκληση
στη παρούσα φάση, με τη σχηματοποίηση ενός αξιόπιστου και λειτουργικού θεσμικού
πλαισίου από τα συναρμόδια Υπουργεία (Ναυτιλίας, Παιδείας, Έρευνας και
Τεχνολογίας και Οικονομικών), με την προφανή και αναμφισβήτητη συμμετοχή
θεσμικών εκπροσώπων της Ναυτιλίας και του σχετικού Cluster.
Στα «Ποσειδώνια» όπου και να στρέφαμε το
βλέμμα μας, είδαμε τις αιχμές της σύγχρονης τεχνολογίας, της πληροφόρησης και
της πληροφορικής.
Η Ελλάδα καλείται, μέσα σε πολύ δύσκολες
συνθήκες στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι, να μετατρέψει τις σύγχρονες
προκλήσεις σε ευκαιρίες αφενός για τη χώρα και αφετέρου για τους εργαζόμενους
με αναφορά στη Ναυτιλιακή δραστηριότητα και προφανώς για τους ίδιους τους
επιχειρηματίες και επενδυτές.
Σίγουρα η χρήση η ΤΝ εγείρει πολλά
διλήμματα, τα οποία όμως ευρύτερα αποτελούν θέμα συζήτησης και βρίσκουν ήδη
σχετικές λύσεις.
Πάντα, η ασύδοτη επέλαση του “αγνώστου”
γεννά κινδύνους, γι’ αυτό η συζήτηση εστιάζεται στα μοντέλα “ρύθμισης”
και στην επεξεργασία στόχων συμπεριληπτικής χρήσης της, στο πλαίσιο της
αναβάθμισης των παραγόμενων προϊόντων και προσφερόμενων υπηρεσιών.
Αυτό σημαίνει παρέμβαση του κράτους για
“Παραγωγική
Ρύθμιση”, μέσα από την οποία προσπαθούμε να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις
να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα θέσεις
εργασίας και προσφέροντας ένα θεσμικό δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζόμενους.
Σίγουρα, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο και απαιτεί εγρήγορση, αποφασιστικότητα
και γνώση του αντικειμένου σε βάθος.
Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων απαιτεί συντονισμένες
προσπάθειες από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Η δημιουργία ενός φιλικού προς
την Ναυτιλία και την ΤΝ ρυθμιστικού πλαισίου, η ενίσχυση της
εκπαίδευσης και κατάρτισης σε θέματα ΤΝ, η αύξηση της χρηματοδότησης για έρευνα
και ανάπτυξη, και η προώθηση συνεργασιών μεταξύ διαφορετικών κλάδων, αποτελούν
απαραίτητες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση της ΤΝ από την Ελληνική Ναυτιλία.
Η ψηφιοποίηση και η ΤΝ, συνολικά αυτό που
ονομάζουμε η Βιομηχανική Επανάσταση, είναι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε
κλάδος της οικονομίας. Υπό την έννοια αυτή, οι σχετικές δραστηριότητες στη
ναυτιλία, δεν πρέπει να δημιουργούν την εικόνα ότι αναπτύσσονται σε
αχαρτογράφητα νερά.
Πράγματι υπάρχει ο “διπλός κίνδυνος” του First mover. Και εφόσον μιλάμε για μεσαία και μικρά μεγέθη επιχειρήσεων παραγωγής αυτών των υπηρεσιών, υπάρχει ο κίνδυνος να αποτύχεις επιχειρηματικά στη παραγωγή, λόγω του υψηλού κόστους συγκριτικά με την άπω ανατολή.
2. Η ΤΝ να μη τρομάζει, γιατί θα είναι όφελος προς την ναυτιλία.
Αν αφήσουμε τον φόβο να μας κυριεύσει θα χάσουν,
όλοι οι εμπλεκόμενοι, την ευκαιρία και δυναμική που έλκει την
επιχειρηματικότητα, την κοινωνία και την επιστήμη προς τα μπρος.
Η αλήθεια είναι ότι
δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, τηρουμένων των
αναλογιών, παρουσίασε σχετικές αντιδράσεις και επιφυλακτική υποδοχή.
Στις διάφορες
συζητήσεις, με αφορμή τα Ποσειδώνια, πολλοί/ες ήταν εκείνοι/ες που θυμήθηκαν
την μετάβαση από το “τεφτέρι” του πλοιοκτήτη στην πρώτη προσπάθεια “μηχανογράφησης”.
Ακολούθησε αργότερα η μετάβαση από την “μηχανογράφηση” στην “μηχανοργάνωση” και
πριν προλάβουν να απολαύσουν τις ωφέλειες από τη χρήση τέτοιων τεχνικών τους
ήρθαν τα “ERP” (Ολοκληρωμένα
Πληροφοριακά Συστήματα), όπου πιο ώριμοι, από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν,
επιχείρησαν σχετικά γρήγορη προσαρμογή και αξιοποίησή τους.
Η ένταση της επιφυλακτικότητας όμως
ξαναφάνηκε στη μετάβαση από το “ERP” στο “διαδίκτυο” (internet).
Υπήρχαν όμως ευτυχώς πρωτοπόροι στο
χώρο, που με τη βοήθειά τους διευκόλυνα στο πέρασμα στην εποχή του “internet of things”. Αρκετές
εταιρείες στα Ποσειδώνια παρουσίασαν τις σχετικές υπηρεσίες και προϊόντα τους,
άλλες αυτοτελώς και άλλες σε συνεργασία με πανεπιστημιακά εργαστήρια, όπως οι
αντίστοιχες ελληνικών συμφερόντων (ΔΑΝΑΟΣ, ΜΤΙΣ κά), όπου θα συνεχίσουν την
σημαντική συμβολή τους και θα αξιοποιήσουν συνολικά τις δυνατότητες της ΤΝ στη ναυτιλιακή
δραστηριότητα, μιας και ήδη πλέον είμαστε στην εποχή του “internet of bodies”.
Είναι γεγονός ότι και οι σχετικές
Εταιρείες παραγωγής υπηρεσιών ΤΝ, προς τη ναυτιλία και το ευρύτερο Cluster, αλλά και τα
πανεπιστήμιά μας, για να έχουν μετρήσιμα αποτελέσματα, δεν μπορούν παρά να
λειτουργήσουν σε στενή συνεργασία με την ίδια τη Ναυτιλία.
Αν η ελληνική πλοιοκτησία και οι
σχετικές πλοιοδιαχειρίστριες εταιρείες, δεν αντιληφθούν τη σημασία και αξία για
τους ίδιους αυτής της προσπάθειας δεν θα υπάρξει το μεγαλύτερο δυνατό
προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Εξάλλου αυτό θα είναι και ένα από τα
βασικά πλεονεκτήματα στο παγκόσμιο ανταγωνισμό για τους παραγωγούς των σχετικά
εξειδικευμένων υπηρεσιών. Η εμπιστοσύνη των Ελλήνων πλοιοκτητών στα προϊόντα
τους.
Η ΤΝ μπορεί να βοηθήσει στον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση
της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Ναυτιλίας, σε ένα ολοένα και πιο
απαιτητικό περιβάλλον. Η υιοθέτησή της, με τον κατάλληλο τρόπο και με γνώμονα
την αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλά οφέλη,
όπως:
· Βελτιστοποίηση της ναυτιλιακής λειτουργίας: Η
ΤΝ μπορεί να αυτοματοποιήσει πλήθος διεργασιών, από την διαχείριση καυσίμων έως
την συντήρηση πλοίων, μειώνοντας το κόστος και αυξάνοντας την αποδοτικότητα.
· Ενίσχυση της ασφάλειας: Η ΤΝ μπορεί να
αναλύσει δεδομένα πλοήγησης και καιρού, μειώνοντας τον κίνδυνο ατυχημάτων και
προσφέροντας ασφαλέστερες διαδρομές.
· Προστασία του περιβάλλοντος: Η ΤΝ μπορεί να
βελτιστοποιήσει τις διαδρομές πλοίων, μειώνοντας τις εκπομπές ρύπων και
συμβάλλοντας στην αειφόρα ανάπτυξη.
· Λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων:
Η ΤΝ μπορεί να αναλύσει δεδομένα αγοράς και ανταγωνισμού, βοηθώντας τους
πλοιοκτήτες να λαμβάνουν πιο ενημερωμένες και στρατηγικές αποφάσεις.
Η υιοθέτηση της ΤΝ από την Ελληνική Ναυτιλία αποτελεί
στρατηγική επιλογή για την διατήρηση της ηγετικής της θέσης στον παγκόσμιο
ναυτιλιακό χάρτη. Η αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων και η αξιοποίηση των
δυνατοτήτων που προσφέρει, οφείλουν να αποτελέσουν προτεραιότητα για όλους τους
εμπλεκόμενους φορείς.
Εν κατακλείδι, η επιφυλακτικότητα που παρατηρείται στην
Ελληνική Ναυτιλία απέναντι στην ΤΝ, οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η
αβεβαιότητα, η έλλειψη τεχνογνωσίας και η χρηματοδότησης. Η αντιμετώπιση αυτών
των προκλήσεων και η υιοθέτηση της ΤΝ με τον κατάλληλο τρόπο, δύναται να φέρει πολλαπλά
οφέλη και να ενδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Ναυτιλίας σε ένα
δυναμικά εξελισσόμενο περιβάλλον. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι σημαντικός ο
ρόλος και η σχετική δραστηριοποίηση του κράτους.