Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Ελληνική Ναυτιλία: Ο ρόλος του Κράτους

 

 

Πολυάριθμες, εκτενείς συζητήσεις, σε αξιόλογα πάνελς, έλαβαν χώρα με επίκεντρο την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της πληροφόρησης και της πληροφορικής (συνολικά των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών), στη φετινή διοργάνωση της ναυτιλιακής έκθεση των Ποσειδωνίων, η αυλαία των οποίων έπεσε την Παρασκευή 07/06.

Η Ελληνική Ναυτιλία, ένας κολοσσός παγκοσμίως, με ηγετική θέση σε πλήθος ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, φαίνεται και εκφράστηκε και σε αυτή την Έκθεση, να αντιμετωπίζει με φοβία και επιφυλάξεις την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ).

Αν και η ΤΝ φαίνεται να δημιουργεί εφικτές προσδοκίες, ώστε να φέρει επανάσταση σε πλήθος πτυχών της ναυτιλιακής βιομηχανίας, από την βελτιστοποίηση πλοήγησης και την πρόβλεψη καιρικών φαινομένων έως την αυτοματοποίηση διεργασιών και την λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων, η υιοθέτησή της από τους Έλληνες πλοιοκτήτες και το ευρύτερο ναυτιλιακό cluster στη χώρα, κινείται με αργούς ρυθμούς.

Πολλοί είναι οι παράγοντες που συντελούν και σε κάποιο βαθμό δικαιολογούν, αυτή την επιφυλακτικότητα. Ένας βασικός φόβος εστιάζεται στις αβεβαιότητες που εγείρει η ΤΝ. Η έλλειψη σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου, η πιθανότητα κυβερνοεπιθέσεων είναι κάποια στοιχεία που τροφοδοτούν τον δισταγμό στην δυναμική αξιοποίηση και χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών.

Επιπλέον, η έλλειψη τεχνογνωσίας αποτελεί ένα σημαντικό εμπόδιο. Η ναυτιλιακή κουλτούρα, εστιασμένη στην εμπειρία και την παράδοση, δυσκολεύεται να αγκαλιάσει άμεσα τις δυνατότητες της ΤΝ. Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και η ανάγκη για εκπαίδευση σε νέες δεξιότητες, φέρνουν στο προσκήνιο την ανάγκη για ουσιαστική στήριξη από εκπαιδευτικά ιδρύματα και ερευνητικούς φορείς. Σχέση όμως, που κυρίως λόγω μιας παράδοσης στο ναυτιλιακό χώρο, δεν έχει αποκτήσει την λογική κοινή δράση και περπατησιά.

Άλλος σημαντικός παράγων φαίνεται να είναι η έλλειψη χρηματοδότησης των μεσαίων ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων, για έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της ΤΝ, για καινοτόμες και πιλοτικές ναυτιλιακές εφαρμογές.

1. Ανάγκη για Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο

Συζητώντας με αρκετές δραστήριες και δυναμικές προσωπικότητες του ελληνικού ναυτιλιακού Cluster, μπορεί να αντιληφθεί κανείς πως για πρώτη φορά καταγράφεται (σε πολλούς από τους παίκτες, που δεν αφορά μόνο στην πλοιοκτησία αλλά σε προμηθευτές προς τη ναυτιλία τέτοιων υπηρεσιών), η σημασία και η αξία που μπορεί να έχει μια στοχευμένη δράση χρηματοδότησης του σχετικού αντικειμένου, για εξέλιξη και χρήση της ΤΝ στη ναυτιλιακή δραστηριότητα.

Η περιορισμένη χρηματοδότηση σχετικών δράσεων και από πλευράς τόσο του ιδιωτικού τομέα όσο και του δημοσίου, περιορίζει τις δυνατότητες για ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων και υιοθέτησης βέλτιστων πρακτικών.

Μπορούμε πλέον να μιλήσουμε και να εντοπίσουμε την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός “Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου” για την ενσωμάτωση της ΤΝ στη ναυτιλία και την ενίσχυση και ενθάρρυνση συνεργασιών μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών, πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων, με σχετική διευκόλυνση πρόσβασης σε χρηματοδοτικά προγράμματα.

Προφανώς και θα είναι η πρώτη φορά που στο δημόσιο λόγο που έμμεσα επιχειρείται να αμφισβητηθεί η ηγεμονία της αντίληψης ότι, σε ότι αφορά στη Ναυτιλία, “το κράτος πρέπει να παραμείνει μακριά”…

Όμως τώρα πλέον, για το σύνολο των stakeholders (δρώντων παραγόντων), ο όρος “Πολιτική για Ναυτιλιακές Δραστηριότητες” δεν συνεχίζει να είναι ταμπού, όπως είχε επικρατήσει μέχρι πρόσφατα.

Το βλέπουμε ξεκάθαρα στο επίπεδο της Ευρώπης και όλοι αντιλαμβάνονται ότι για την Ελλάδα θα έχει προστιθέμενη αξία, αν δείξει πως είναι αποφασισμένη να ωφεληθεί από την ναυτιλιακή δραστηριότητα, υποστηρίζοντας πτυχές και δράσεις σχετικές με τη ΤΝ που έχουν βάση τη χώρα μας.

Ουσιαστικά αφορά μια σημαντική πρόκληση στη παρούσα φάση, με τη σχηματοποίηση ενός αξιόπιστου και λειτουργικού θεσμικού πλαισίου από τα συναρμόδια Υπουργεία (Ναυτιλίας, Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας και Οικονομικών), με την προφανή και αναμφισβήτητη συμμετοχή θεσμικών εκπροσώπων της Ναυτιλίας και του σχετικού Cluster.

Στα «Ποσειδώνια» όπου και να στρέφαμε το βλέμμα μας, είδαμε τις αιχμές της σύγχρονης τεχνολογίας, της πληροφόρησης και της πληροφορικής.

Η Ελλάδα καλείται, μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι, να μετατρέψει τις σύγχρονες προκλήσεις σε ευκαιρίες αφενός για τη χώρα και αφετέρου για τους εργαζόμενους με αναφορά στη Ναυτιλιακή δραστηριότητα και προφανώς για τους ίδιους τους επιχειρηματίες και επενδυτές.

Σίγουρα η χρήση η ΤΝ εγείρει πολλά διλήμματα, τα οποία όμως ευρύτερα αποτελούν θέμα συζήτησης και βρίσκουν ήδη σχετικές λύσεις.

Πάντα, η ασύδοτη επέλαση του “αγνώστου” γεννά κινδύνους, γι’ αυτό η συζήτηση εστιάζεται στα μοντέλα “ρύθμισης” και στην επεξεργασία στόχων συμπεριληπτικής χρήσης της, στο πλαίσιο της αναβάθμισης των παραγόμενων προϊόντων και προσφερόμενων υπηρεσιών.

Αυτό σημαίνει παρέμβαση του κράτους για “Παραγωγική Ρύθμιση”, μέσα από την οποία προσπαθούμε να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα θέσεις εργασίας και προσφέροντας ένα θεσμικό δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζόμενους. Σίγουρα, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο και απαιτεί εγρήγορση, αποφασιστικότητα και γνώση του αντικειμένου σε βάθος.

Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Η δημιουργία ενός φιλικού προς την Ναυτιλία και την ΤΝ ρυθμιστικού πλαισίου, η ενίσχυση της εκπαίδευσης και κατάρτισης σε θέματα ΤΝ, η αύξηση της χρηματοδότησης για έρευνα και ανάπτυξη, και η προώθηση συνεργασιών μεταξύ διαφορετικών κλάδων, αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση της ΤΝ από την Ελληνική Ναυτιλία.

Η ψηφιοποίηση και η ΤΝ, συνολικά αυτό που ονομάζουμε η Βιομηχανική Επανάσταση, είναι προκλήσεις που αντιμετωπίζει κάθε κλάδος της οικονομίας. Υπό την έννοια αυτή, οι σχετικές δραστηριότητες στη ναυτιλία, δεν πρέπει να δημιουργούν την εικόνα ότι αναπτύσσονται σε αχαρτογράφητα νερά.

Πράγματι υπάρχει ο “διπλός κίνδυνος” του First mover. Και εφόσον μιλάμε για μεσαία και μικρά μεγέθη επιχειρήσεων παραγωγής αυτών των υπηρεσιών, υπάρχει ο κίνδυνος να αποτύχεις επιχειρηματικά στη παραγωγή, λόγω του υψηλού κόστους συγκριτικά με την άπω ανατολή.


2. Η ΤΝ να μη τρομάζει, γιατί θα είναι όφελος προς την ναυτιλία.

Αν αφήσουμε τον φόβο να μας κυριεύσει θα χάσουν, όλοι οι εμπλεκόμενοι, την ευκαιρία και δυναμική που έλκει την επιχειρηματικότητα, την κοινωνία και την επιστήμη προς τα μπρος.

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, τηρουμένων των αναλογιών, παρουσίασε σχετικές αντιδράσεις και επιφυλακτική υποδοχή.

Στις διάφορες συζητήσεις, με αφορμή τα Ποσειδώνια, πολλοί/ες ήταν εκείνοι/ες που θυμήθηκαν την μετάβαση από το “τεφτέρι” του πλοιοκτήτη στην πρώτη προσπάθεια “μηχανογράφησης”. Ακολούθησε αργότερα η μετάβαση από την “μηχανογράφηση” στην “μηχανοργάνωση” και πριν προλάβουν να απολαύσουν τις ωφέλειες από τη χρήση τέτοιων τεχνικών τους ήρθαν τα “ERP” (Ολοκληρωμένα Πληροφοριακά Συστήματα), όπου πιο ώριμοι, από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν, επιχείρησαν σχετικά γρήγορη προσαρμογή και αξιοποίησή τους.

Η ένταση της επιφυλακτικότητας όμως ξαναφάνηκε στη μετάβαση από το “ERP” στο “διαδίκτυο” (internet).

Υπήρχαν όμως ευτυχώς πρωτοπόροι στο χώρο, που με τη βοήθειά τους διευκόλυνα στο πέρασμα στην εποχή του “internet of things”. Αρκετές εταιρείες στα Ποσειδώνια παρουσίασαν τις σχετικές υπηρεσίες και προϊόντα τους, άλλες αυτοτελώς και άλλες σε συνεργασία με πανεπιστημιακά εργαστήρια, όπως οι αντίστοιχες ελληνικών συμφερόντων (ΔΑΝΑΟΣ, ΜΤΙΣ κά), όπου θα συνεχίσουν την σημαντική συμβολή τους και θα αξιοποιήσουν συνολικά τις δυνατότητες της ΤΝ στη ναυτιλιακή δραστηριότητα, μιας και ήδη πλέον είμαστε στην εποχή του “internet of bodies”.

Είναι γεγονός ότι και οι σχετικές Εταιρείες παραγωγής υπηρεσιών ΤΝ, προς τη ναυτιλία και το ευρύτερο Cluster, αλλά και τα πανεπιστήμιά μας, για να έχουν μετρήσιμα αποτελέσματα, δεν μπορούν παρά να λειτουργήσουν σε στενή συνεργασία με την ίδια τη Ναυτιλία.

Αν η ελληνική πλοιοκτησία και οι σχετικές πλοιοδιαχειρίστριες εταιρείες, δεν αντιληφθούν τη σημασία και αξία για τους ίδιους αυτής της προσπάθειας δεν θα υπάρξει το μεγαλύτερο δυνατό προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

Εξάλλου αυτό θα είναι και ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα στο παγκόσμιο ανταγωνισμό για τους παραγωγούς των σχετικά εξειδικευμένων υπηρεσιών. Η εμπιστοσύνη των Ελλήνων πλοιοκτητών στα προϊόντα τους.

Η ΤΝ μπορεί να βοηθήσει στον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Ναυτιλίας, σε ένα ολοένα και πιο απαιτητικό περιβάλλον. Η υιοθέτησή της, με τον κατάλληλο τρόπο και με γνώμονα την αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλά οφέλη, όπως:

·      Βελτιστοποίηση της ναυτιλιακής λειτουργίας: Η ΤΝ μπορεί να αυτοματοποιήσει πλήθος διεργασιών, από την διαχείριση καυσίμων έως την συντήρηση πλοίων, μειώνοντας το κόστος και αυξάνοντας την αποδοτικότητα.

·   Ενίσχυση της ασφάλειας: Η ΤΝ μπορεί να αναλύσει δεδομένα πλοήγησης και καιρού, μειώνοντας τον κίνδυνο ατυχημάτων και προσφέροντας ασφαλέστερες διαδρομές.

·    Προστασία του περιβάλλοντος: Η ΤΝ μπορεί να βελτιστοποιήσει τις διαδρομές πλοίων, μειώνοντας τις εκπομπές ρύπων και συμβάλλοντας στην αειφόρα ανάπτυξη.

·     Λήψη τεκμηριωμένων επιχειρηματικών αποφάσεων: Η ΤΝ μπορεί να αναλύσει δεδομένα αγοράς και ανταγωνισμού, βοηθώντας τους πλοιοκτήτες να λαμβάνουν πιο ενημερωμένες και στρατηγικές αποφάσεις.

Η υιοθέτηση της ΤΝ από την Ελληνική Ναυτιλία αποτελεί στρατηγική επιλογή για την διατήρηση της ηγετικής της θέσης στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη. Η αντιμετώπιση των υπαρκτών προκλήσεων και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει, οφείλουν να αποτελέσουν προτεραιότητα για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Εν κατακλείδι, η επιφυλακτικότητα που παρατηρείται στην Ελληνική Ναυτιλία απέναντι στην ΤΝ, οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η αβεβαιότητα, η έλλειψη τεχνογνωσίας και η χρηματοδότησης. Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και η υιοθέτηση της ΤΝ με τον κατάλληλο τρόπο, δύναται να φέρει πολλαπλά οφέλη και να ενδυναμώσει την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Ναυτιλίας σε ένα δυναμικά εξελισσόμενο περιβάλλον. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι σημαντικός ο ρόλος και η σχετική δραστηριοποίηση του κράτους.

Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

Από το μοντέλο παραχώρησης Master Concession στα ελληνικά λιμάνια, στην υιοθέτηση του Landlord.

 

Είναι πολλές οι φορές που έχουμε ασκήσει κριτική στο ΤΑΪΠΕΔ για την ανορθολογική, για την οικονομία, επιλογή του συγκεκριμένου τρόπου παραχώρησης στην ελληνική λιμενική βιομηχανία. Αυτό που ονομάσαμε Ολική Παραχώρηση Λιμένος (Master Concession).

Στην πρώτη φάση το αιτιολογήσαμε ως υποκειμενική άγνοια των τεχνοκρατών του, γύρω από την ιδιαιτερότητα και σημασία που έχουν τα λιμάνια για την οικονομία, έτσι τουλάχιστον όπως έχει εξελιχθεί σε αυτό που ονομάζουμε ευρωπαϊκό κεκτημένο και εφαρμόζεται με συμβάσεις παραχώρησης, από την κάθε λιμενική αρχή στα Ευρωπαϊκά λιμάνια, σε επί μέρους δραστηριοτητες ή υπηρεσίες (Landlord).

Στην πορεία όμως δεν μπορεί παρά να είναι διακριτό, ότι πρόκειται για μια ιδεοληπτική επιλογή, πολιτικής στόχευσης ώστε να αντιλαμβάνονται τη λιμενική βιομηχανία ως real-estate.

Επειδή όμως τα οικονομικά γεγονότα είναι ξεροκέφαλα, έρχεται η ίδια η σχολή σκέψης τους να του διαψεύσει τραγικά για την επιλογή τους και να τους οδηγήσει σε αναθεώρηση των επιλογών τους.

Στην περίπτωση του Λαυρίου επιλέγουν μεν την «Ολική Σύμβαση Παραχώρησης» αλλά, αντιλαμβανόμενοι την προβληματικότητα αυτής της επιλογής, χρησιμοποιούν το επιχείρημα της αύξησης των εσόδων από μερίσματα των μετοχών, λες και αυτή η ανάγκη δεν υπήρχε στην περίπτωση του Πειραιά, της Θεσ/νικης, της Ηγουμενίτσας του Ηρακλείου κλπ., και παρέχουν μόνο το 50% συν μια (1) μετοχή, κρατώντας το δημόσιο τις υπόλοιπες, 50% μείον μία, μετοχές.

Είμαστε σίγουροι για το ότι κάποια στιγμή η ίδια η ελληνική κοινωνία, οι ίδιες οι ρυθμιστικές αρχές στη χώρα αλλά και στην Ευρώπη, θα υποχρεωθούν να παρέμβουν για να διευθετήσουν προβλήματα που δημιουργούνται αφενός στην ελεύθερη αγορά αλλά και στην εθνική οικονομία κατά ουσιαστικό τρόπο.

Όμως τότε, θα έχουμε ήδη κόστος γιατί θα τρέχουμε πίσω από τετελεσμένα... Με τη ταχύτητα και τους ρυθμούς επιβολής και υλοποίησης αυτού του είδους συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στην λιμενική βιομηχανία της χώρας, δεν θα έχει μείνει λιμάνι κάποιας σημασίας για να αναπτυχθούν δράσεις εθνικού συμφέροντος. Τότε ίσως να είναι αργά.

Έχει μεγάλη σημασία τεχνοκράτες, επιστημονικοί θεσμοί, κοινωνία των πολιτών, αλλά και τα κόμματα να συζητήσουν και να σταματήσουν τον ανορθολογικό αυτό κατήφορο.

Η ανάπτυξη και λειτουργία λιμενικών εγκαταστάσεων αποτελεί ζωτικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, το μοντέλο Master Concession, με την παραχώρηση του ελέγχου των λιμένων σε ιδιώτες για μεγάλο χρονικό διάστημα, έχει πράγματι κυριαρχήσει στην ελληνική πραγματικότητα και στους έχοντες δημόσο λόγο. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα και βιωσιμότητα αυτού του μοντέλου αμφισβητείται όλο και περισσότερο, με το Landlord Μοντέλο να αναδεικνύεται ως εναλλακτική λύση.

Η αμφισβήτηση του ελληνικού μοντέλου Master Concession και η υιοθέτηση του Landlord Μοντέλου αποτελούν κρίσιμα ζητήματα για την ανάπτυξη και λειτουργία βιώσιμων λιμενικών εγκαταστάσεων.

Θα επιχειρήσουμε να συμβάλλουμε σε αυτή την κατεύθυνση διατυπώνοντας συνοπτικά κάποια στοιχεία από τη βασική θεωρία και σκέψη επί των της λιμενικής βιομηχανίας.

Η λιμενική βιομηχανία διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη και το εμπόριο. Η προσέλκυση επενδύσεων σε λιμενικές υποδομές είναι απαραίτητη για την αναβάθμιση των υπηρεσιών, την αύξηση της αποδοτικότητας και την προώθηση της ανταγωνιστικότητας. Οι συμβάσεις παραχώρησης προσφέρουν ένα ελκυστικό πλαίσιο για την ιδιωτική συμμετοχή, επιτρέποντας στους ιδιώτες φορείς να αναλάβουν την ανάπτυξη, τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση λιμενικών εγκαταστάσεων για μια προκαθορισμένη χρονική περίοδο.

Παρότι οι συμβάσεις παραχώρησης έχουν τύχει εκτενούς μελέτης, υπάρχουν πτυχές που συχνά παραβλέπονται ή δεν λαμβάνουν την απαραίτητη προσοχή. Στο πλαίσιο της ελληνικής λιμενικής βιομηχανίας, μερικά από τα πιο σημαντικά ζητήματα που χρήζουν προσοχής είναι:

  • Κοινωνικές επιπτώσεις: Η κατασκευή και η λειτουργία λιμένων μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τις γύρω κοινότητες. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικές επιπτώσεις και να προβλέπουν μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν αρνητικών συνεπειών.
  • Διαχείριση περιβαλλοντικών επιπτώσεων: Η ανάπτυξη και η λειτουργία λιμενικών εγκαταστάσεων δύναται να επιφέρει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να θέτουν αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα και να διασφαλίζουν την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών για την προστασία του περιβάλλοντος.
  • Διαχείριση κινδύνων: Η ανάπτυξη και η λειτουργία λιμένων εμπεριέχουν διάφορους κινδύνους, όπως οικονομικούς, πολιτικούς και περιβαλλοντικούς. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να θέτουν σαφείς μηχανισμούς για την κατανομή και διαχείριση των κινδύνων μεταξύ του δημοσίου και του ιδιώτη φορέα.
  • Ευελιξία και προσαρμοστικότητα: Το περιβάλλον της λιμενικής βιομηχανίας δύναται να μεταβληθεί σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να διαθέτουν εύλογο βαθμό ευελιξίας και προσαρμοστικότητας, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν σε νέες προκλήσεις και ευκαιρίες αλλά καιστις όποιες ενδεχόμενες αλλαγές PESTEL.
  • Διαφάνεια και λογοδοσία: Η διαφάνεια και η λογοδοσία είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την αποφυγή κακοδιαχείρισης. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να διασφαλίζουν την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες και να θεσπίζουν μηχανισμούς λογοδοσίας για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων του παραχωρησιούχου.
  • Μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα: Η ανάπτυξη και η λειτουργία λιμένων οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις μακροπρόθεσμες ανάγκες και βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Οι συμβάσεις παραχώρησης οφείλουν να ενθαρρύνουν πρακτικές που συμβάλλουν στην οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική βιώσιμότητα.
  • Παρακολούθηση και αξιολόγηση: Η παρακολούθηση της απόδοσης του παραχωρησιούχου και η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τους όρους της σύμβασης είναι απαραίτητες. Οι συμβάσεις οφείλουν να καθορίζουν σαφείς δείκτες απόδοσης και να θεσπίζουν διαδικασίες για την τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της υλοποίησης του έργου.
  • Επίλυση διαφορών: Η επίλυση διαφορών που δύναται να προκύψουν κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης είναι ζωτικής σημασίας. Οι συμβάσεις οφείλουν να καθορίζουν σαφείς διαδικασίες για την επίλυση διαφορών, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το ελληνικό δίκαιο όσο και διεθνή πρότυπα.

Αμφισβήτηση του Μοντέλου Master Concession:

  • Ελλιπής λογοδοσία και έλεγχος: Η παραχώρηση του ελέγχου για μεγάλο χρονικό διάστημα δύναται να οδηγήσει σε φαινόμενα κακοδιαχείρισης και έλλειψης διαφάνειας.
  • Μη βέλτιστη κατανομή κερδών: Το μοντέλο Master Concession δύναται να ευνοεί τον ιδιώτη φορέα, μειώνοντας τα έσοδα του δημοσίου.
  • Περιορισμένες δυνατότητες επέμβασης: Η μακροχρόνια δέσμευση δύναται να περιορίζει την ικανότητα του δημοσίου να προσαρμόσει τις λιμενικές υποδομές στις μεταβαλλόμενες ανάγκες.
  • Απουσία μακροπρόθεσμου οράματος: Ο βραχυπρόθεσμος στόχος κέρδους δύναται να υπερισχύσει της μακροπρόθεσμης βιώσιμης ανάπτυξης.

Υιοθέτηση του Landlord Μοντέλου:

  • Διατήρηση του δημοσίου ελέγχου: Το Landlord Μοντέλο διατηρεί τον έλεγχο των λιμενικών υποδομών στο δημόσιο, διασφαλίζοντας λογοδοσία και διαφάνεια.
  • Δίκαιη κατανομή κερδών: Το μοντέλο Landlord Μοντέλο επιτρέπει την αξιοποίηση των λιμανιών προς όφελος του δημοσίου, διασφαλίζοντας δίκαιη κατανομή των κερδών.
  • Ευελιξία και προσαρμοστικότητα: Το Landlord Μοντέλο επιτρέπει ευελιξία στις επενδύσεις και προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες ανάγκες.
  • Μακροπρόθεσμη βιώσιμη ανάπτυξη: Το Landlord Μοντέλο ενθαρρύνει μακροπρόθεσμο όραμα και βιώσιμες πρακτικές.

Πλεονεκτήματα του Landlord Μοντέλου:

  • Αύξηση της διαφάνειας: Το Landlord Μοντέλο διασφαλίζει διαφάνεια στις διαδικασίες, με πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες και δυνατότητα ελέγχου.
  • Ενίσχυση του ενδολιμενικού ανταγωνισμού: Το Landlord Μοντέλο ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των ιδιωτών φορέων, μέσα στο ίδιο το λιμάνι, οδηγώντας σε καλύτερες υπηρεσίες και χαμηλότερες τιμές.
  • Βελτίωση της περιβαλλοντικής προστασίας: Το Landlord Μοντέλο θέτει έμφαση στην περιβαλλοντική προστασία και βιώσιμες πρακτικές.

Η στροφή λοιπόν προς το Landlord Μοντέλο στη λιμενική βιομηχανία της Ελλάδος, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη διαφάνεια, λογοδοσία, ευελιξία και βιώσιμη ανάπτυξη, προς όφελος του δημοσίου, του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας.