Είναι προφανής η σιωπή, μετά την ήττα που είχε η άποψη για αποστρατιωτικοποίηση του υπουργείου που ασχολείται με τα της ναυτιλίας, μετά την ανοργάνωτη παρέμβαση και εν τέλει υπονομευτική του στόχου, που έγινε στη πρώτη φάση της κυβερνήσεως του κου Γ.Α. Παπανδρέου.
Χωρίς σχεδιασμό, χωρίς πλαίσια μετάβασης και με υψηλούς κινδύνους για τον ίδιο το τομέα της ναυτιλίας, ως έναν από τους πλέον σημαντικούς για την οικονομία. Με τη συντριπτική πλειοψηφία όλων όσων υποστήριζαν (θεωρητικά και ως άποψη υπέρ της ναυτιλίας) μια τέτοια προοπτική, να παρακολουθεί αμέτοχα και αποστασιοποιημένα εκείνη την πολιτική πρωτοβουλία. Πρωτοβουλία που κλήθηκαν να υλοποιήσουν άτομα που ποτέ δεν είχαν υποστηρίξει κάτι σχετικό (υπουργοί, Γεν. Γραμ. κλπ...).
Από την ίδια τη πολιτική ηγεσία της εποχής, εκπέμπεται σε εκείνη τη φάση η εν τοις πράγμασι υπονόμευσή της. Με μια "επιχειρηματολογία" που, στη καλύτερη των περισσότερων περιπτώσεων, αναπαρήγαγε στερεότυπα του τύπου " η δυσκολία κατανόησης της διαφοράς στρατιωτικού και πολιτικού υπουργείου επί τα της ναυτιλίας" ή το γνωστό "είναι άραγε τώρα η ώρα για τέτοια;" κλπ. κλπ….
Στη τότε κυβερνητική πολιτική αξίζει να υπενθυμίσουμε τη κριτική για υπαναχωρήσεις από την τότε αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν άτεγκτος και σκληρή. Για ανορθολογικότητα και ενδοτισμούς, της τότε κυβερνήσεως. Για πρόθεσή της να επιτρέπει να γίνεται "πολιτική με στολή" …
Σήμερα μόλις πέντε χρόνια μετά και μετά από ένα χρόνο της δεύτερης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η ειδησεογραφία φέρνει τον νέο υπουργό να υποτάσσεται σε επιθυμίες που τελικά αλλοιώνουν στην ουσία το ίδιο το πολίτευμα της χώρας μας.
Σε συνάντηση που είχε, μόλις δυο ημέρες μετά την παραλαβή του Υπουργείου, με το Committee του Λονδίνου (Ελληνική Επιτροπή Ναυτιλιακής Συνεργασίας) φαίνεται να υπεδείχθη στον κο Κουρουπλή και αυτός να συμφωνεί ότι “… ο ρόλος του Λιμενικού Σώματος πρέπει να αναβαθμιστεί περαιτέρω, στην εκπροσώπηση της χώρας μας στα διεθνή fora, τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) και την Ευρωπαϊκή Ένωση…”.
Είναι προφανής η παραδοξότητα μια τέτοιας επιλογής και μάλιστα αναβαθμισμένης. Πουθενά στο κόσμο και από καμιά χώρα δεν υπάρχει τέτοια υποβάθμιση από τη μια του ίδιου του διπλωματικού σώματος και από την άλλη των σχετικών με τα αντίστοιχα θέματα Υπουργείων (των Εξωτερικών, Μεταφορών, Περιβάλλοντος, Οικονομικών, τουρισμού κλπ.).
Είναι πράγματι δύσκολο να γίνει συζήτηση επί του θέματος και να μην υπάρχει (τις περισσότερες φορές) παρερμηνεία προθέσεων, εδώ μάλιστα όπου τίθεται θέμα αμφισβήτησης ισχυρής παράδοσης ετών και καθεστηκυίας αντίληψης και συμφερόντων.
Για να μπορεί να γίνει δημιουργική μια τέτοια συζήτηση, απαιτείται να γίνεται με μια κοινή συμφωνημένη βάση και να τεκμηριώνουμε τα δεδομένα μας. Και τέτοια συζήτηση θα είναι αυτή που θα αποδεικνύει (όχι απλώς να υποστηρίζει) την υψηλή αποτελεσματικότητα της όποιας υπηρεσίας και εν προκειμένω αυτής που αφορά στο Διοικητικό φορέα επί της ναυτιλίας (προσοχή δεν αναφέρομαι σε αυτήν επί των καθηκόντων της ακτοφυλακής).
Για να μπορεί να γίνει δημιουργική μια τέτοια συζήτηση, απαιτείται να γίνεται με μια κοινή συμφωνημένη βάση και να τεκμηριώνουμε τα δεδομένα μας. Και τέτοια συζήτηση θα είναι αυτή που θα αποδεικνύει (όχι απλώς να υποστηρίζει) την υψηλή αποτελεσματικότητα της όποιας υπηρεσίας και εν προκειμένω αυτής που αφορά στο Διοικητικό φορέα επί της ναυτιλίας (προσοχή δεν αναφέρομαι σε αυτήν επί των καθηκόντων της ακτοφυλακής).
Ποιες μετρήσεις αποδόσεως και με ποιους δείκτες στη διάθεσή μας, έχουμε διαμορφώσει την πεποίθηση για best practice, πέρα από τη σεβαστή υποκειμενική μας άποψη; Αναφέρομαι στην ισχύ του greek model ως λειτουργικότερου έναντι των άλλων μορφών οργάνωσης του διοικητικού φορέα της ναυτιλίας στον υπόλοιπο κόσμο. Υπάρχουν μελέτες και μετρήσεις που εντοπίζουν έλλειμμα αποδοτικότητας σε σύγκριση με εθνικούς αλλά και σε διεθνείς μέσους όρους.
Παρά ταύτα μια σοβαρή συζήτηση εκτός κομματικής αντιπαράθεσης και σκοπιμότητας θα είναι χρήσιμη.
Παρά ταύτα μια σοβαρή συζήτηση εκτός κομματικής αντιπαράθεσης και σκοπιμότητας θα είναι χρήσιμη.
Η εκπροσώπηση ως επί των πλείστον του συνόλου των κρατών, σε όλα τα όργανα και διεθνή fora (στα οποία προτείνεται από Committee η αναβάθμιση της συμμετοχής του Λ.Σ.) γίνεται με επαρκώς τεχνοκρατικά, εξειδικευμένο και κατηρτισμένο προσωπικό. Αυτά τα στελέχη ανήκουν σε υπηρεσίες που κατά τεκμήριο είναι στον αντίποδα των οργανωσιακών μοντέλων “στρατιωτικού” τύπου. Ανήκουν σε οργανωσιακά μοντέλα “ανοικτά” στην αμφισβήτηση, στην καινοτομία, στην έρευνα και τελικά στη συμμετοχή και στη διαμόρφωση της “άποψης” από τα ίδια τα στελέχη αυτών των δομών. Τι σχέση έχoυν τα προηγούμενα, που αποτελούν τα διεθνή και κοινά παραδείγματα, με τη στρατιωτική κουλτούρα και λειτουργία αυτών των δομών;
Σεβαστή η άποψη από το Committee αλλά πρέπει να τεκμηριωθεί όχι με τη δύναμη του ισχυρού αλλά με τη ισχύ της τεκμηρίωσης. Το ίδιο και από τη πολιτική ηγεσία εφόσον τελικά οικειοποιηθεί την άποψη. Διαφορετικά θα είναι ευάλωτοι στη κριτική ότι “… κάποιοι επιθυμούν να δίνουν “εντολές” και αυτό να γίνεται εθνική άποψη. Χωρίς την απαιτούμενη συζήτηση και διαβούλευση που απαιτούν οι εποχές μας…”.
Όταν ένστολο προσωπικό ασχολείται με θέματα τα οποία είναι αμιγώς πολιτικά, αυτό από μόνο του συνιστά μη ορθολογική διαχείριση ανθρώπινων και δημοσιονομικών πόρων από το κράτος. Δεν πρέπει κανείς να συναινεί άμεσα ή έμμεσα στη παραγωγή μηχανισμών “εξάτμισης του πολιτικού", του κράτους και της αντιπροσώπευσης, αποδυναμώνοντας της συλλογική πολιτική ισχύ. Γιατί έτσι δεν θα μπορέσεις ποτέ να περιορίσεις τους όρους που προ(σ)καλούν οι ομάδες συμφερόντων (σαφής η αναφορά στην συγκεκριμένη κατηγορία πλοιοκτησίας) και επιχειρηματίες να εποικίσουν τη δημόσια σφαίρα με τις θέσεις τους, την επιρροή τους και την υλοποίηση των - αέναων και αμείωτων κατά τα άλλα- δικών τους επιδιώξεων και συμφερόντων.
Και εν προκειμένω θα πρέπει να αντιμετωπίσει κάποιος πειστικά το γεγονός ότι εντοπίζουμε άσκοπη επένδυση σε στρατιωτική κατάρτιση, διακρίνουμε μεγαλύτερο μισθολογικό κόστος με μεγαλύτερο χρόνο συνταξιοδότησης σε σχέση με τους πολιτικούς υπαλλήλους, καταγράφουμε λανθάνουσα “αταξία” στη διαφοροποίηση των κριτηρίων πρόσληψης σε σχέση με αυτά των άλλων υπηρεσιών του κεντρικού κράτους.
Η σκέψη για ένα “Πολιτικό Υπουργείο” δεν είναι νέα και θα συνεχίσει να μας φωνάζει η διεθνής πρακτική. Όλοι γνωρίζουμε ότι ακόμα και η ίδια η πλοιοκτησία, παρά τον δημόσιο λόγο που αρθρώνει και την σθεναρή υπεράσπιση του status quo, ταξιδεύει ανά τον κόσμο και γνωρίζει την ανορθογραφία που παράγεται από την ιδιαιτερότητα της Ελληνικής επιλογής.
Και εν προκειμένω θα πρέπει να αντιμετωπίσει κάποιος πειστικά το γεγονός ότι εντοπίζουμε άσκοπη επένδυση σε στρατιωτική κατάρτιση, διακρίνουμε μεγαλύτερο μισθολογικό κόστος με μεγαλύτερο χρόνο συνταξιοδότησης σε σχέση με τους πολιτικούς υπαλλήλους, καταγράφουμε λανθάνουσα “αταξία” στη διαφοροποίηση των κριτηρίων πρόσληψης σε σχέση με αυτά των άλλων υπηρεσιών του κεντρικού κράτους.
Η σκέψη για ένα “Πολιτικό Υπουργείο” δεν είναι νέα και θα συνεχίσει να μας φωνάζει η διεθνής πρακτική. Όλοι γνωρίζουμε ότι ακόμα και η ίδια η πλοιοκτησία, παρά τον δημόσιο λόγο που αρθρώνει και την σθεναρή υπεράσπιση του status quo, ταξιδεύει ανά τον κόσμο και γνωρίζει την ανορθογραφία που παράγεται από την ιδιαιτερότητα της Ελληνικής επιλογής.
Η εύκολη αναφορά που μας χρεώνεται, είναι ότι δεν αναγνωρίζουμε την αξία και ικανότητα των στελεχών του Λ.Σ. που ασχολούνται με τα του διοικητικού φορέα της Ναυτιλίας (περίπου 350 στελέχη). Στελέχη με διεθνή εμπειρία και ικανότητες, γνώσεις και εξειδικευμένη κατάρτιση στο τομέα. Στελέχη που τα περισσότερα γνωρίζουμε προσωπικά και αρκετά που έχουν εκπαιδευτεί και από δικές μας εκπαιδευτικές δράσεις...
Κάθε άλλο. Υποστηρίζουμε πως αυτό το μοντέλο δεν αφήνει και δεν επιτρέπει, από τη φύση του, την αξιοποίηση των ικανοτήτων των ατόμων αυτών και δεν διεκδικεί την υψηλή αποδοτικότητά τους, γιατί απλώς οι αποδώσεις και επιδόσεις πρέπει να είναι σταθερές και συγκεκριμένες ανεξαρτήτως προσώπων, όπως επιβάλλει το μοντέλο αυτό. Η λειτουργία τους δε είναι άμεσα συνυφασμένη με την “ιεραρχία” και την “εντολή” (εν προκειμένω διαταγή).
Υπ’ αυτή την έννοια η όποια κριτική δεν αφορά στη ποιότητα των εργαζομένων, αλλά σε αυτή καθεαυτή τη δομή του υπουργείου. Δομή που, από τη φύση του στρατιωτικού μοντέλου οργάνωσης, έχει συγκεκριμένες δυνατότητες και περιορισμούς άμεσης προσαρμογής στις εξελίξεις του PESTEL.
Η αντιπαράθεση επί του θέματος δεν μπορεί παρά να είναι κατ' εξοχήν τεχνοκρατική. Ως τέτοια δεν έχει δυστυχώς αναδειχθεί και για τούτο έχει ηττηθεί μέχρι στιγμής. Γιατί ποτέ δεν ετέθη ως τέτοια...
Η αντιπαράθεση επί του θέματος δεν μπορεί παρά να είναι κατ' εξοχήν τεχνοκρατική. Ως τέτοια δεν έχει δυστυχώς αναδειχθεί και για τούτο έχει ηττηθεί μέχρι στιγμής. Γιατί ποτέ δεν ετέθη ως τέτοια...
Αντιπαράθεση από αυτές που η ορθή σκέψη και λόγος οφείλει για να κερδίσει. Οι εκφραστές να έχουν υπομονή και επιμονή για να πείσουν για τις προθέσεις και τους σκοπούς της άποψης τους. Αν θέλουμε όντως να ξεπεραστούν οι αγκυλώσεις από τα συμφέροντα του παρελθόντος που δεν ανταποκρίνονται ούτε κατά διάνοια στο παρόν.
Αυτού δε του είδους οι προτάσεις που αντιπαραθέτουν την λογική στη συνήθεια, σε μια συντηρητική κοινωνία δεν μπορεί να είναι πολυσυλλεκτικές. Γιατί τελικά είναι στη βάση τους για τα εθνικά δεδομένα ανατρεπτικές…
Αυτού δε του είδους οι προτάσεις που αντιπαραθέτουν την λογική στη συνήθεια, σε μια συντηρητική κοινωνία δεν μπορεί να είναι πολυσυλλεκτικές. Γιατί τελικά είναι στη βάση τους για τα εθνικά δεδομένα ανατρεπτικές…
Είναι προτάσεις που διασπούν τη "μέση συνείδηση" και επιχειρούν να την αναδιοργανώσουν, υπερβαίνοντας τη συντεχνιακή τους ενότητα. Είναι δηλαδή, αναπόφευκτα, προτάσεις σύγκρουσης με το καθεστώς...
Και κατά τούτο θα παρακολουθούμε τη συζήτηση με συμπάθεια παρά τα ενορχηστρωμένα βέλη και ερμηνείες προθέσεων που θα δεχθούμε. Είτε από αυθόρμητους «στοχαστές» είτε από εντεταλμένους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου